Πώς να διαχειριστείς την ερώτηση «Ποια είναι η μεγαλύτερή σου αδυναμία;» σε μια συνέντευξη.
 

Παρόλο που οι συνεντεύξεις είναι πολύ χρήσιμες για τις προσλήψεις, μια συνηθισμένη συνέντευξη δεν είναι τόσο τυποποιημένη και δεν αντικατοπτρίζει απαραίτητα τις μελλοντικές αποδόσεις των υποψηφίων στην εργασία. Στη συνέντευξη περιλαμβάνονται «αυθαίρετες» ερωτήσεις, οι οποίες δεν έχουν καθορισμένη ροή ώστε να ερμηνευτούν οι απαντήσεις των υποψηφίων. Έτσι, πολλές συνεντεύξεις καταλήγουν να είναι χάσιμο χρόνου. Μια επιστημονική έρευνα έδειξε, ότι οι υπεύθυνοι των συνεντεύξεων «χειραγωγούν» σκόπιμα τους υποψηφίους ενώ δεν λείπουν οι κινήσεις εντυπωσιασμού, εξαπάτησης και επίδειξης. Ποιος όμως μπορεί να τους κατηγορήσει;
Έτσι κι αλλιώς, σημασία έχει να εντυπωσιάσεις τον υπεύθυνο της συνέντευξης, ακόμη και αν αυτή η εντύπωση δεν έχει σχέση με τις μελλοντικές εργασιακές σου επιδόσεις και επομένως να μην συνδέεται απαραίτητα με τα ταλέντα και τις δυνατότητες σου. Ίσως για αυτό τον λόγο, το να περηφανεύεσαι είναι κάτι που συμβαίνει κατά την διάρκεια των συνεντεύξεων και οι υπεύθυνοι προσλήψεων «διασκεδάζουν» με το να σε ρωτάνε για την μεγαλύτερη σου αδυναμία - και υπάρχουν αρκετοί τρόποι για να απαντήσεις σε αυτή την ερώτηση. Ωστόσο, λίγοι θα λάβουν υπόψη τους τις ακαδημαϊκές έρευνες σχετικά με τη διαχείριση των εντυπώσεων, οι οποίες είναι κρίσιμες  για να μπορέσουν οι υποψήφιοι να διαλέξουν τη σωστή απάντηση και να επεξεργαστούν το μήνυμα τους με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο. Σύμφωνα με τα παραπάνω, πριν απαντήσεις στην ερώτηση «ποια είναι η μεγαλύτερη σου αδυναμία;», διάβασε μερικές συμβουλές.

1) Δείξε έκπληξη. Ανεξάρτητα από την απάντησή σου, το πιο σημαντικό είναι να μη δείχνεις προετοιμασμένος. Αυτό απαιτεί να παίξεις λίγο «θέατρο» από τη στιγμή που αναμένεις αυτή την ερώτηση. Ωστόσο, όσο πιο προετοιμασμένος φαίνεσαι τόσο πιο δύσκολα θα σου κάνουν αυτή την ερώτηση και τόσο λιγότερο ειλικρινής θα φαίνεται η απάντησή σου. Σύμφωνα με έρευνες, τόσο η λεκτική όσο και η μη λεκτική επικοινωνία που φαίνονται αυθεντικές, συνδέονται γενικά με πιο θετικές εντυπώσεις για τα προσωπικά χαρακτηριστικά,  συμπεριλαμβανομένου μιας πιθανής θέσης εργασίας. Επομένως, η ικανότητα σου να προσποιείσαι ότι σκέφτεσαι αυθόρμητα και άρα να αναφέρεις με ειλικρίνεια τις μεγαλύτερες σου αδυναμίες, είναι πιθανό να κάνει καλύτερη εντύπωση στους συνεντευκτές. Για τον ίδιο λόγο, πρέπει να αποφύγεις τα κοινά κλισέ.

2) Απέφυγε τα κοινά κλισέ. Υπάρχει σαφώς λογική στις περισσότερες δημοφιλείς απαντήσεις που μπορεί να δοθούν στην ερώτηση «ποια είναι η μεγαλύτερη σου αδυναμία». Για παράδειγμα, «Είμαι τελειομανής», «Έχω αρκετή αυτοκριτική», αντιπροσωπεύουν προσπάθειες να καλυφθούν θετικά και περιζήτητα γνωρίσματα (τελειομανία και αυτογνωσία), ως ελαττώματα. Έτσι ακόμη και τα ελαττώματα σου φαίνονται εντυπωσιακά. Απ’ την άλλη πλευρά, απαντήσεις όπως «δεν ανέχομαι τους εγωιστές» ή «δεν μου αρέσει να δουλεύω projects τα οποία δεν συμβαδίζουν με τα προσωπικά μου ενδιαφέροντα και αξίες» αν και είναι περισσότερο επίφοβα, σε κάνουν να ξεχωρίζεις (η πλειοψηφία των ανθρώπων στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων και των συνεντευκτών, νιώθουν τα ίδια πράγματα). Υπάρχει βέβαια και η χειρότερη κατηγορία απαντήσεων, όπως «Είμαι πολύ ειλικρινής» ή «Νοιάζομαι πολύ για τους άλλους», οι οποίες σηματοδοτούν μια αδυναμία να προσποιηθείς ότι είσαι ειλικρινής, πόσο μάλλον να είσαι ειλικρινής ή να καταλάβεις την ακριβή ερώτηση. Εν κατακλείδι, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το να είσαι αυθεντικός είναι εξίσου σημαντικό με το να δείχνεις ειλικρινής και να έχεις αυτοκριτική, και είναι πιθανότερο να το πετύχεις αν δεν αναπαράγεις τα κοινά κλισέ.

3) Απέφυγε να είσαι «επιθετικά» ειλικρινής. Είτε έχεις έλλειψη αυτογνωσίας είτε όχι, υπάρχουν μερικοί λόγοι για να πεις στον υπεύθυνο συνέντευξης ακριβώς αυτό που σκέφτεσαι σχετικά με την μεγαλύτερη σου αδυναμία – και σε κάθε περίπτωση, δεν είναι αυτό που στην πραγματικότητα τον ενδιαφέρει. Αντίθετα, θέλει να αξιολογήσει την ικανότητα σου να δείχνεις μετριοφροσύνη, ιδανικά συνδυασμένη με έναν βαθμό αυτογνωσίας, ενώ συνεχίζεις να «πουλάς» τον εαυτό σου για τη θέση εργασίας. Αν αρέσεις στους συνεντευκτές, το τελευταίο πράγμα που θα ήθελαν είναι να «δικάσεις τον εαυτό σου» παρουσιάζοντας τους τα ελαττώματά σου.  Δεν το κάνεις αυτό σε ένα πρώτο ραντεβού-εκτός κι αν θες να είναι και το τελευταίο - γιατί να το κάνεις σε μια συνέντευξη εργασίας; Καλύτερα να απαντήσεις «δεν έχω κανένα ελάττωμα» (όχι και τόσο καλή απάντηση) από το να αναφέρεις τις αδυναμίες που θα ανέφεραν οι άνθρωποι αν ήταν ειλικρινείς στις συνεντεύξεις. Π.χ. συνήθως δεν συμπαθώ τους εργοδότες μου, δεν είχα ποτέ ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη δουλειά, δεν συμπαθώ πολλούς από τους συναδέλφους μου, αν μπορώ να κάνω κάτι με τον λιγότερο δυνατό κόπο θα το κάνω, δεν είμαι πρωινός τύπος (ούτε και βραδινός), γκρινιάζω στα meetings, διαφωνώ με τα αφεντικά, γενικά βλέπω τη δουλειά σαν φορτίο και δε θα την έκανα αν μπορούσα να την αποφύγω. Κι αν νομίζεις ότι τα παραπάνω δεν ανταποκρίνονται με αυτά που ο μέσος άνθρωπος σκέφτεται για τη δουλειά του, τον διευθυντή ή την σταδιοδρομία του, τότε απλά κάνε google «το αφεντικό μου είναι», «η δουλειά μου είναι», «η καριέρα μου», για να το ανακαλύψεις. Σίγουρα, δε θα πρέπει να κατηγορούμε εκείνους οι οποίοι βρίσκονται σε δουλειές και καριέρες που δεν τους αρέσουν ή που δουλεύουν για κάποιον τον οποίο περιφρονούν, αλλά τέτοιες αλήθειες θα αποτελούσαν, χωρίς αμφιβολία, μέρος της αδυναμίας του συνεντευξιαζόμενου κατά την διάρκεια μιας συνέντευξης.

4)Τι θα πρέπει πραγματικά να απαντήσεις: Πρώτον, πιθανόν να πάρεις extra πόντους αν υπερτονίσεις τα πράγματα τα οποία οι συνεντευκτές έχουν ήδη εντοπίσει ως αδυναμίες. Ακόμα κι αν είσαι ένας δυνατός υποψήφιος, εκείνοι θα έχουν σίγουρα εντοπίσει κάποια κενά σημεία στο βιογραφικό σου. Γιατί, λοιπόν, αυτή είναι μια έξυπνη στρατηγική;  Επειδή αποδεικνύει την ικανότητα σου να αντιλαμβάνεσαι πως σε βλέπουν οι άλλοι, και επειδή θα καθησυχάσεις τους συνεντευκτές ότι δεν υπάρχουν άλλες προφανείς αδυναμίες τις οποίες δεν έχουν εντοπίσει. Συγχρόνως θα νιώσουν ικανοποίηση με το να έχουν μαντέψει και αναγνωρίσει τα ελαττώματα σου, «στριμώχνοντας» σε με την ερώτηση τους. Στην ουσία, αυτή η στρατηγική τους κάνει να αισθάνονται καλά με τους εαυτούς τους, χωρίς παράλληλα να  σε «αποδυναμώνουν» πέρα από αυτό που σκέφτονται.. και αναμφισβήτητα αυτό σε κάνει πιο «δυνατό» καθώς είσαι ενήμερος και ειλικρινής γι’ αυτό.
Σε αντίθετη περίπτωση, αν δεν αναφέρεις τα πράγματα που έχουν εντοπίσει εκείνοι ως αδυναμίες σου, θα τους κάνει να υποψιάζονται ότι προσπαθείς να τους τα αποκρύψεις ή ότι δεν τα αντιλαμβάνεσαι. Έρευνες δείχνουν ότι, οι άνθρωποι ενδιαφέρονται γενικά να παρακολουθούν γεγονότα που υποστηρίζουν τις προκαταλήψεις και τις πεποιθήσεις τους, επομένως απλά «δώσε» στους συνεντευκτές αυτό που πιστεύεις ότι χρειάζονται.
Όπως όλοι οι άνθρωποι, οι περισσότεροι συνεντευκτές προτιμούν να προστατεύσουν τις πεποιθήσεις και τις προκαταλήψεις τους, από το να είναι αντικειμενικοί.
Δεύτερον, σε αυτή την περίπτωση, μπορείς να επισημάνεις τα διακριτικά στοιχεία του χαρακτήρα και του στυλ σου. Όταν εντοπίσεις τα βασικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς σου, θα διαπιστώσεις ότι όλα τα δυνατά σημεία σου μπορεί να είναι αδυναμίες, σε διαφορετικές συνθήκες. Για παράδειγμα, αν είσαι εσωστρεφής και όχι εξωστρεφής, είναι προφανές ότι δεν ενδιαφέρεσαι για νέες γνωριμίες ή ότι τα κοινωνικά και «εξωστρεφή» περιβάλλοντα ίσως να σε κουράζουν. Με τον ίδιο τρόπο, οι εξωστρεφείς άνθρωποι που λειτουργούν καλά σε τέτοιες καταστάσεις ίσως δυσκολευτούν να συγκεντρωθούν όταν εργάζονται μόνοι τους ή να δώσουν σημασία σε λεπτομέρειες. Το ίδιο ισχύει για κάθε χαρακτηριστικό μιας προσωπικότητας, οπότε μπορείς να αναφέρεις στους συνεντευκτές τι σου αρέσει επισημαίνοντας ταυτόχρονα αυτά που δεν σου αρέσουν. Αυτό όχι μόνο θα αποκαλύψει αληθινές προσωπικές πληροφορίες, αλλά θα τους βοηθήσει να καταλάβουν ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να αναπτύξουν τα ταλέντα σου.
Τρίτον, ανεξάρτητα από τις αδυναμίες που ανέφερες, εξήγησε με ποιον τρόπο σχεδιάζεις να τις μετριάσεις ή ακόμη καλύτερα τι θα κάνεις για να τις βελτιώσεις. Όλοι έχουμε ελαττώματα και περιορισμούς αλλά έχουμε τη δυνατότητα να τα κρατάμε υπό έλεγχο και να καθορίζουμε τις πραγματικές μας δυνατότητες.